ΔΥΣΠΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ: ΣΥΧΝΟ ΚΑΙ ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΟ ΕΝΟΧΛΗΜΑ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΔΥΣΠΝΟΙΑΣ

Δύσπνοια σημαίνει δυσκολία αναπνοής. Αν και μπορεί να γίνει αντιληπτή με την παρατήρηση, η δύσπνοια γενικά θεωρείται υποκειμενικό σύμπτωμα και περιγράφεται με διάφορους τρόπους. Οι ασθενείς μπορεί να αναφέρουν  δυσάρεστο αίσθημα συνειδητοποίησης του αναπνευστικού έργου, δυσκολία αναπνοής, κοπιαστική αναπνοή, αίσθημα ασφυξίας, ανάγκη για την καταβολή μεγαλύτερης αναπνευστικής προσπάθειας ή αίσθημα αδυναμίας εκτέλεσης πλήρους αναπνοής. Αυτή η υποκειμενικότητα του συμπτώματος είναι  που οδηγεί μερικές φορές στο λανθασμένο χαρακτηρισμό ως δύσπνοιας άλλων συμπτωμάτων. Τέτοιο συμπώμα μπορεί να είναι το αίσθημα αδυναμίας εκτέλεσης ικανοποιητικά βαθιάς (κατά την κρίση του ασθενούς) εισπνοής. Αυτό μπορεί να αποτελεί αποτελεί τυπική εκδήλωση άγχους. Από την άλλη πλευρά, αίσθημα ανάλογο με τη δύσπνοια παρατηρείται και σε φυσιολογικά άτομα μετά από υπερβολική προσπάθεια ή μετά από εκούσια συγκράτηση της αναπνοής.

Άνθρωπος που κρατά με το χέρι του το στήθος δείχνοντας ότι το αίσθημα της δύσπνοιας και δυσκολίας αναπνοής είναι αγωνιώδες
Άνθρωπος κρατώντας το στήθος του λόγω αγωνιώδους αισθήματος δύσπνοιας

Επιμέρους ιδιαίτεροι χαρακτηρισμοί είναι οι όροι: ορθόπνοια είναι η δύσπνοια που εμφανίζεται σε θέση κατάκλισης και υποχωρεί όταν ο ασθενής καθίσει ή σηκωθεί όρθιος. Ταχύπνοια είναι η αύξηση της συχνότητας των αναπνοών, ενώ υπέρπνοια είναι η αύξηση του πλάτους των αναπνοών.

ΑΙΤΙΑ ΔΥΣΠΝΟΙΑΣ

Από πρακτική άποψη η δύσπνοια διακρίνεται σε δυσκολία αναπνοής που προκαλείται όταν καταβάλλεται προσπάθεια και σε δυσκολία αναπνοής που εμφανίζεται σε ηρεμία. Δύσπνοια προσπαθείας προκαλείται κυρίως από παθήσεις του αναπνευστικού και του κυκλοφορικού συστήματος. Από τις παθήσεις του αναπνευστικού, το πιο συχνό αίτιο είναι η χρόνια αποφρακτική πνευμονική νόσος. Με τον όρο αυτό αναφέρονται οι καταστάσεις χρόνιας παρεμπόδισης της ροής αέρα στους πνεύμονες, που οφείλεται σε χρόνια βρογχίτιδα ή/και πνευμονικό εμφύσημα. Τα δύο αυτά νοσήματα συχνά συνδυάζονται στον ίδιο ασθενή με υπεροχή του ενός από τα δύο. Υπάρχει επίσης μια μεγάλη ποικιλία παθήσεων που προκαλούν διάχυτη διήθηση του διάμεσου πνευμονικού ιστού, που στη συνέχεια προκαλούν πνευμονική ίνωση. Τα αίτια μπορεί να είναι λοιμώδη, περιβαλλοντικά, μεταβολικά, νεοπλασματικά, ανοσολογικά ή άγνωστα. Παραδείγματα αποτελούν η φυματίωση, η σαρκοείδωση, οι πνευμονοκονιώσεις, τα νοσήματα του κολλαγόνου, η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση κ.ά.

ΚΑΡΔΙΑΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΜΕ ΔΥΣΠΝΟΙΑ

Η δύσπνοια επίσης αποτελεί την πιο ευαίσθητη και σταθερή λειτουργική διαταραχή σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια. Η δύσπνοια σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να εκδηλωθεί ως: α) δύσπνοια προσπαθείας, β) δύσπνοια κατάκλισης ή ορθόπνοια, γ) νυχτερινή παροξυσμική δύσπνοια ή καρδιακό άσθμα, δ) οξύ πνευμονικό οίδημα. Το οξύ πνευμονικό οίδημα είναι μορφή παροξυσμικής δύσπνοιας και αποτελεί εκδήλωση οξείας κάμψης της αριστερής κοιλίας της καρδιάς, συνήθως λόγω εμφράγματος ή λόγω σοβαρών διαταραχών του καρδιακού ρυθμού. Σημαντικό αίτιο είναι και οι παθήσεις των καρδιακών βαλβίδων (κυρίως της μιτροειδούς). Άλλη χαρακτηριστική μορφή παροξυσμικής δύσπνοιας είναι το βρογχικό άσθμα που έχει οξεία εισβολή και χαρακτηριστικά εκπνευστικό χαρακτήρα. Απότομη εισβολή παροξυσμικής δύσπνοιας χαρακτηρίζει και τις τυπικές περιπτώσεις πνευμονικής εμβολής. Αυτή συνοδεύεται από πλευροδυνία, βήχα, αιματηρή απόχρεμψη και σημεία καρδιακής και περιφερικής κυκλοφορικής ανεπάρκειας. Αυτά οφείλονται σε απόφραξη πνευμονικής αρτηρίας από έμβολο. Υπάρχουν πολλές παθήσεις που μπορεί να προκαλούν δύσπνοια. Πρώτο παράδειγμα είναι ο πνευμοθώρακας, δηλαδή η είσοδος αέρα στον υπεζωκοτικό χώρο που είναιο χώρος ανάμεσα στους πνεύμονες και το θώρακα. Επίσης, παράδειγμα αποτελεί η απόφραξη των ανώτερων αναπνευστικών οδών. Άλλες παθήσεις είναι αυτές του μεσοθωρακίου, η αναιμία, η παχυσαρκία, η κύηση κ.ά.

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΔΥΣΠΝΟΙΑΣ

Συμπεραίνουμε ότι η προσέγγιση της αιτιολογίας και της θεραπείας σε περιπτώσεις δύσπνοιας μπορεί  να χρειαστεί τη συνεργασία περισσότερων του ενός γιατρού. Τις περισσότερες φορές θα χρειαστεί πλήρης κλινικός και εργαστηριακός έλεγχος από καρδιολόγο και πνευμονολόγο (ακτινογραφία, υπερηχοκαρδιογράφημα, σπιρομετρία και άλλα). Για περισσότερες πληροφορίες και ενημέρωση σε καρδιολογικά θέματα μπορείτε να διαβάσετε στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας.